Νεοανακτορική Συνοικία
Όταν ο Δρ. Κωστής Νταβάρας εξερεύνησε τον λόφο Κεφάλι για πρώτη φορά το 1962, έδωσε οδηγίες στους τεχνίτες του, συμπεριλαμβανομένου του Κώστα Νικάκη, να διερευνήσουν το μεσαίο άνδηρο προς την πλευρά της θάλασσας. Εκεί, ο καθαρισμός αποκάλυψε ένα σχεδόν τετράγωνο οικοδόμημα ωστόσο λόγω της χρονικής πίεσης και περισσότερο επειγουσών υποχρεώσεων δεν δημοσιεύτηκε ποτέ λεπτομερώς.
Το περίγραμμα αυτής της κατασκευής των 80 τ.μ., την οποία έχουμε ονομάσει ΒΑ, ήταν ακόμα ορατή όταν επιστρέψαμε στη θέση το 2007. Ο εκτενής καθαρισμός του εσωτερικού αποκάλυψε αρκετά υφαντικά βάρη, τόσο πήλινα όσο και λίθινα, καθώς και χάλκινες βελόνες, ωστόσο, ενώ τα περισσότερα από τα εσωτερικά χωρίσματα είχαν εξαφανιστεί, είχε διατηρηθεί τμήμα του πατώματος από πήλινα πλακίδια. Αυτό θα μπορούσε να αποτελεί μια εστία φωτιάς καθώς επαναλαμβάνεται και σε άλλες κοντινές κατασκευές. Η είσοδος σε αυτό το κτίριο φαίνεται ότι θα βρισκόταν στα νοτιοδυτικά. Η ανασκαφή της γύρω περιοχής ωστόσο, αποκάλυψε ένα υπόγειο δωμάτιο στα νοτιοανατολικά, το οποίο ήταν σκαμμένο στο φυσικό βράχο καθώς και μικρότερα τμήματα, τα οποία είχαν προστεθεί στον ανατολικό τοίχο του τετράγωνου οικοδομήματος. Το σύνολο του υλικού που συλλέχθηκε ανήκει στη Νεοανακτορική περίοδο και εκτείνεται πιθανά από τη ΥΜ ΙΑ ως την ΥΜ ΙΒ, φάσεις οι οποίες έχουν εντοπιστεί στο υπόγειο δωμάτιο. Το ίδιο κτίριο περιείχε μια επίχωση, η οποία περιείχε αρκετή θαλάσσια πανίδα. Το δωμάτιο επικοινωνεί μέσω ενός μεγάλου λίθου με εμβαθύνσεις, (μιας γούρνας στα Ελληνικά ή auge double όπως ονομάζονται στα Μάλια) με το ανώτερο τμήμα του στα βορειοανατολικά. Οι χώροι δίπλα στο δωμάτιο αυτό περιείχαν επίσης λίθους με εμβαθύνσεις ενσωματωμένους στους τοίχους. Περιείχαν ακόμα μερικά υφαντικά βάρη, λίθινα εργαλεία καθώς και κεραμική (ιδιαίτερα κύπελλα). Ο συνδυασμός των λίθων με τις εμβαθύνσεις και τα ευρήματα υποδηλώνει πιθανά ότι ο χώρος αποτελούσε εργαστήριο υφαντών.
Βόρεια του Κτιρίου ΒΑ βρίσκονται τα κατάλοιπα του Κτιρίου BC, το οποίο αποτελούσε ένα σχετικά μικρό ορθογώνιο οικοδόμημα 50 τ.μ. περίπου, το οποίο αποτελείται από μόλις έξι δωμάτια, τα οποία ήταν προσβάσιμα από τα βορειοανατολικά. Τα δωμάτια βρέθηκαν γεμάτα από πολύ μεγάλου μεγέθους επιχώσεις οικιακής κεραμικής, συμπεριλαμβανομένων κυπέλλων, τριποδικών μαγειρικών αγγείων, πίθων και λεκανών καθώς και αρκετών λίθινων εργαλείων, τα οποία χρονολογούνται στο σύνολό τους στη Νεοανακτορική περίοδο. Ένα δωμάτιο περιείχε επίσης ένα πατητήρι κρασιού. Ωστόσο, στο κτίριο αυτό έγιναν μερικές απροσδόκητες ανακαλύψεις. Δύο από τα δωμάτιά του (2.6 & 2.8) περιείχαν επίσης intra muros ταφές νεογνών μέσα σε ένα ιδιαίτερο αγγείο που έμοιαζε με πυξίδα, το οποίο επίσης χρονολογείται στη Νεοανακτορική περίοδο. Επίσης, δύο ακόμα δωμάτια (2.10 & 2.11) περιείχαν το καθένα από ένα μικρό ανθρώπινο ειδώλιο από ασβεστόλιθο, τα οποία έμοιαζαν αρκετά με τα κυκλαδικά μαρμάρινα ειδώλια της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Αυτή φαίνεται ότι αποτελούσε μια συνηθισμένη πρακτική που τεκμηριώνεται και στα γειτονικά νεοανακτορικά Μάλια. Καθώς το κτίριο εγκαταλείφθηκε, διερωτόμαστε εάν τα ειδώλια αυτά αντικατοπτρίζουν κάποιου ειδικού τελετουργικού σφράγισης των χώρων. Στο δωμάτιο 2.10 βρέθηκε επίσης ένα πάτωμα από μικρά πήλινα πλακίδια, όπως και στο Κτίριο ΒΑ. Ο βόρειος τοίχος του κτιρίου έχει υποστεί φθορές, πιθανά από τους Ιταλούς στρατιώτες, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τμήματα της λιθοδομής για την κατασκευή ενός φυλακίου, το οποίο είναι ακόμα ορατό στα βόρεια, στο χαμηλότερο άνδηρο όπου βρίσκεται το νεκροταφείο.
Κάποια στιγμή, τα Κτίρια ΒΑ και BC θα πρέπει να αποτελούσαν ένα ενιαίο οικοδόμημα ενώ προστέθηκαν δωμάτια, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια αυλή, η οποία ήταν προστατευμένη από τους βορειοδυτικούς ανέμους. Οι χώροι που προστέθηκαν και ιδιαίτερα το δωμάτιο 2.12 περιλάμβαναν μια πυκνή απόθεση καταστροφής από πυρκαγιά, η μόνη σε αυτή τη Συνοικία, με αρκετά αγγεία, συμπεριλαμβανομένου ενός γραπτού μεγάλου αποθηκευτικού ψευδόστομου αμφορέα και ενός εγχάρακτου «κυπέλλου ανθοφορίας». Η καταστροφή αυτή χρονολογείται στην Υστερομινωική ΙΒ, η οποία είναι η ίδια καταστροφή η οποία έπληξε το νησί γύρω στο 1450 π.Χ. και τεκμηριώνεται από μια άλλη επίχωση στο υπόγειο του Κτιρίου CD στην κορυφή του λόφου. Δυτικά των Κτιρίων BA και BC βρίσκονται τα κατάλοιπα άλλων οικοδομημάτων, τα οποία δεν έχουν διερευνηθεί.
Ανατολικότερα και σε υψηλότερο σημείο της πλαγιάς υπάρχουν τα κατάλοιπα ενός άλλου επιβλητικού οικοδομήματος, του Κτιρίου ΒΒ, από το οποίο δυστυχώς διατηρήθηκε μόνο ο αναλημματικός τοίχος. Κατασκευάστηκε πάνω σε αποθέσεις της Πρωτοανακτορικής περιόδου, οι οποίες είχαν εναποτεθεί εκ νέου, ωστόσο δεν περιείχαν ευρήματα. Είναι πιθανά σύγχρονο με άλλα οικοδομήματα στο μεσαίο άνδηρο. Μέχρι τώρα δεν έχουν εντοπιστεί ίχνη κατοίκησης που χρονολογούνται πριν ή μετά τη Νεοανακτορική περίοδο στο μεσαίο αυτό άνδηρο και όλα τα κτίρια έχουν δημιουργηθεί σε νέα θεμέλια. Είναι πιθανό ότι περισσότερες τέτοιου είδους απλές κατασκευές θα καταλάμβαναν το άνδηρο μεταξύ του νεκροταφείου και της κορυφής του λόφου.
Jan Driessen